Το επενδυτικό ενδιαφέρον γίνεται ολοένα και πιο έντονο για Έλληνες και ξένους αγοραστές, καθώς η σταδιακή ανάκαμψη των τιμών πώλησης θρέφει προσδοκίες μελλοντικών υπεραξιών για όσους τοποθετηθούν εγκαίρως στην αγορά.
Σημειώνεται ανάκαμψη και στις τιμές των ενοικίων μετά από μια μικρή «παύση» κατά τη διάρκεια του 2020, με ελπίδες για περαιτέρω ενίσχυση των ετήσιων αποδόσεων από την εκμετάλλευση κατοικίας. Σε σχετική έρευνα η Astons, βρετανική εταιρεία που ειδικεύεται στα προγράμματα επενδυτικής μετανάστευσης, επιχειρεί να καταγράψει ποιες περιοχές της χώρας παρουσιάζουν το υψηλότερο επενδυτικό ενδιαφέρον, λαμβάνοντας υπόψη και τις προσφερόμενες αποδόσεις.
Η μέση προσφερόμενη ετήσια απόδοση σε πανελλαδικό επίπεδο διαμορφώνεται σε 5,7%, καθώς η μέση τιμή πώλησης διαμορφώνεται σε 129.780 ευρώ και η μέση τιμή ενοικίασης σε 619 ευρώ.
Η Χαλκιδική αναδεικνύεται «πρωταθλήτρια» των αποδόσεων με το εντυπωσιακό 21,3%. Συγκεκριμένα, η μέση τιμή αγγίζει τα 142.128 ευρώ, ενώ η μέση τιμή ενοικίασης τα 2.520 ευρώ. Από τις δημοφιλείς τουριστικές περιοχές, ξεχωρίζει η αγορά κατοικίας των Κυκλάδων, όπου η μέση ετήσια απόδοση αγγίζει το 8%. Η μέση τιμή πώλησης φθάνει τα 227.052 ευρώ και η μέση τιμή ενοικίασης τα 1.518 ευρώ. Αντίστοιχα, στην Αθήνα, η μέση απόδοση δεν ξεπερνά το 5,1%, με τις τιμές πώλησης να ανέρχονται σε 164.674 ευρώ και το μέσο μηνιαίο κόστος ενοικίασης σε 702 ευρώ.
Στην ανάλυσή της η Astons επισημαίνει ότι «η ελληνική αγορά κατοικίας είναι πολυποίκιλη, όχι μόνον όσον αφορά τον προσφερόμενο τρόπο ζωής, αλλά και όσον αφορά τα επιμέρους ποιοτικά χαρακτηριστικά των ακινήτων και τις διαθέσιμες ευκαιρίες επένδυσης». Σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή της Astons, Αρθουρ Σαρκισιάν, για εκείνους που ενδιαφέρονται να επενδύσουν με μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα, μέσω του προγράμματος χορήγησης αδειών παραμονής “χρυσή βίζα”, η επιλογή τοποθεσίας θα εξαρτηθεί από προσωπικούς παράγοντες.
Ωστόσο, όσοι ενδιαφέρονται να εξασφαλίσουν και κάποια απόδοση από το ακίνητο που θα επιλέξουν, θα πρέπει να εξετάσουν τις προσφερόμενες επιδόσεις κάθε περιοχής. Έτσι, μια περισσότερο ανεπτυγμένη τουριστικά περιοχή, με υψηλή επισκεψιμότητα από το εξωτερικό, είναι προτιμότερη ως επιλογή», αναφέρει ο κ. Σαρκισιάν. Προσθέτει δε ότι πολλές φορές αναμειγνύεται η προσωπική προτίμηση με το επενδυτικό όφελος, με αποτέλεσμα να πλήττεται η τελική απόδοση ενός ακινήτου. Για παράδειγμα, «αν θέλετε να επενδύσετε σε μια κατοικία και να έχετε και οικονομικό όφελος μέσω της απόδοσης, το να χρησιμοποιείτε οι ίδιοι το σπίτι για εξοχικό σας κατά την περίοδο της υψηλής τουριστικής ζήτησης, θα έχει σοβαρό αντίκτυπο στο επίπεδο των εσόδων που θα προκύψουν από το συγκεκριμένο ακίνητο», καταλήγει ο κ. Σαρκισιάν.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεσή της για τη νομισματική πολιτική, η Τράπεζα της Ελλάδος ανέφερε ότι επίκεινται σημαντικές ανακατατάξεις στην αγορά ακινήτων, καθώς τα νέα έργα υποδομής, όπως το μετρό (γραμμή 4) και η επένδυση στο Ελληνικό, πρόκειται να διαφοροποιήσουν άρδην το σκηνικό. Όπως τονίζεται χαρακτηριστικά, «η αλλαγή νοοτροπίας και αναγκών θα οδηγήσει πιθανώς στη χωρική και ποιοτική μετατόπιση της ζήτησης, ενώ τα δρομολογημένα έργα ανάπτυξης και υποδομών μεγάλης εμβέλειας αναμένεται να ενισχύσουν περαιτέρω την τάση μετατόπισης και ανάδειξης νέων αγορών ενδιαφέροντος».
Μεταξύ αυτών, όπως έχει επισημάνει και σε προηγούμενες αναλύσεις της η ΤτΕ, περιλαμβάνονται τα νότια προάστια και γενικότερα το παράκτιο μέτωπο της Αττικής, η λεγόμενη Αττική Ριβιέρα, η οποία έχει αρχίσει να σχηματίζεται σταδιακά καθώς ξεκινά η εμβληματική επένδυση στο πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού. Η εν λόγω εξέλιξη προβλέπεται ότι θα πυροδοτήσει έντονη ζήτηση για κατοικίες, τόσο εντός όσο και εκτός των ορίων της έκτασης του πρώην αεροδρομίου.
Αντίστοιχα, η σύνδεση του πλέον πυκνοκατοικημένου τμήματος του κέντρου της Αθήνας με το μετρό (π.χ. Κυψέλη, Εξάρχεια, Γαλάτσι, Γκύζη κ.λπ.) αναμένεται να προσφέρει ώθηση και στη συγκεκριμένη περιοχή. Από την άλλη πλευρά, η στροφή στη τηλεργασία μεταφράζεται στην ανάγκη αγοράς ή ενοικίασης κατοικιών μεγαλύτερης επιφάνειας, με καλές τηλεπικοινωνιακές παροχές/συνδέσεις. Οι τάσεις αυτές αναμένεται να κυριαρχήσουν στην αγορά ακινήτων τα επόμενα χρόνια και ασφαλώς θα διαμορφώσουν και τη ροή της ζήτησης από εγχώριους και ξένους επενδυτές.
Πηγή: kathimerini.gr