Τους τελευταίους μήνες έχει παρατηρηθεί ότι ξένοι αγοραστές έχουν στρέψει έντονα το ενδιαφέρον τους σε υπερπολυτελείς κατοικίες στα νότια προάστια, και ιδιαίτερα στο κομμάτι της Αθηναϊκής Ριβιέρας.
Για παράδειγμα, ένας Γερμανός αγοραστής, υψηλόβαθμο στέλεχος νεοφυούς εταιρείας τεχνολογίας, προχώρησε πρόσφατα στην αγορά ενός οροφοδιαμερίσματος επιφάνειας 200 τ.μ. στη Γλυφάδα.
Η συγκεκριμένη κατοικία κόστισε 2,1 εκατ. ευρώ, δηλαδή πάνω από 10.000 ευρώ/τ.μ. Πρόκειται για ένα ακίνητο υψηλών προδιαγραφών, με ιδιωτική πισίνα στη βεράντα, η οποία έχει «πιάτο» τον Σαρωνικό κόλπο, και εγκατεστημένο σύστημα ενδοδαπέδιας θέρμανσης.
Άλλη μια αγορά που ολοκληρώθηκε πρόσφατα αφορά την απόκτηση, σε νεόδμητο συγκρότημα κατοικιών, συνολικά τεσσάρων διαμερισμάτων. Πρόκειται για κίνηση στην οποία προχώρησε επενδυτής από τον Λίβανο, ο οποίος έχει την αποκλειστική αντιπροσώπευση εταιρείας κινητής τηλεφωνίας.
Ο επιχειρηματίας αυτός θέλησε να αγοράσει όλα τα διαμερίσματα, επιφάνειας 72 τ.μ., 90 τ.μ., 110 τ.μ. και 30 τ.μ., που είχαν κατασκευαστεί σε έναν από τους ορόφους του συγκροτήματος, προκειμένου να εξασφαλίσει ιδιωτικότητα. Το κόστος των ακινήτων υπολογίζεται ότι ξεπέρασε τις 8.000 ευρώ/τ.μ., με το συνολικό ποσό να προσεγγίζει τα 2,5 εκατ. ευρώ.
Επίσης, στη Βούλα σε νεόκτιστη κατασκευή, ένας Αιγύπτιος έμπορος από τον κλάδο της σοκολάτας και των γλυκών εδεσμάτων γενικότερα, με εισηγμένη εταιρεία μάλιστα στο χρηματιστήριο του Καΐρου, αγόρασε τρία διαμερίσματα.
Πρόκειται για ακίνητα 70 τ.μ. το καθένα, τα οποία αποκτήθηκαν για τα τρία παιδιά του, με κόστος της τάξεως των 3.000 ευρώ/τ.μ. Το συνολικό ύψος της επένδυσης ανήλθε δηλαδή σε 630.000 ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα ακίνητα παραμένουν μέχρι και σήμερα κενά, καθώς οι άνθρωποι αυτοί ούτε μένουν στα ακίνητα αλλά ούτε και τα εκμισθώνουν. Η αγορά έγινε πρωτίστως για την εξασφάλιση των σχετικών αδειών παραμονής στο πλαίσιο του προγράμματος «χρυσή βίζα».
Σύμφωνα με όσα ανέφεραν στελέχη της αγοράς ακινήτων, η ζήτηση έχει απογειωθεί κατά τη διάρκεια του τελευταίου χρόνου, καθώς η χώρα έχει αρχίσει να κερδίζει μερίδιο από την «πίτα» των πολυτελών κατοικιών παγκοσμίως, αφού διαθέτει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλες καθιερωμένες αγορές, όπως π.χ. η Γαλλική Ριβιέρα, το Μονακό, οι Κανάριες Νήσοι κ.α.
Όπως ανέφερε ο Δημήτρης Ρίζος, επικεφαλής της εταιρείας ανάπτυξης διαχείρισης ακινήτων Homm, «η Αθήνα, και ιδίως τα νότια προάστια που προσφέρουν πρόσβαση στη θάλασσα, έχει μπει για τα καλά στον διεθνή χάρτη της αγοράς κατοικίας και προσελκύει πλέον αγοραστικό κοινό υψηλής οικονομικής επιφάνειας. Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη αυτή έχει διαδραματίσει ασφαλώς και η επένδυση της Lamda Development για την ανάπλαση του πρώην αεροδρομίου στο Ελληνικό, καθώς έχει προσφέρει άπλετη δωρεάν διαφήμιση της Αθηναϊκής Ριβιέρας στο εξωτερικό».
Κατά τον κ. Ρίζο, σημαντική κινητικότητα επιδεικνύουν αγοραστές από τις ΗΠΑ, μεταξύ των οποίων και πολλοί ομογενείς, Άγγλοι, Γάλλοι, Αιγύπτιοι, Λιβανέζοι, ακόμα και Αυστραλοί.
Κατά κανόνα προτιμώνται πολυτελείς και νεόδμητες κατασκευές, οι οποίες έχουν και σημαντικό κόστος. Σύμφωνα με τον κ. Ρίζο, πολλά από τα ακίνητα που κατασκευάζονται σήμερα σε περιοχές όπως η Βουλιαγμένη και η Βούλα στοιχίζουν πέριξ των 5.000-6.000 ευρώ/τ.μ., μαζί με το κόστος του οικοπέδου, με αποτέλεσμα να πωλούνται σε τιμές από 8.000 ευρώ/τ.μ. και πάνω, συχνά ακόμα και προς 10.000 ευρώ/τ.μ.
Από τη μεριά των Ελλήνων επενδυτών λίγοι είναι αυτοί που μπορούν να ανταποκριθούν σε τόσο υψηλές τιμές, κάτι βέβαια που δεν ισχύει για τους ξένους. Όπως αναφέρει στην «Κ» ο Κοσμάς Θεοδωρίδης, αντιπρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών Αθηνών – Αττικής, «το τελευταίο διάστημα παρατηρούμε ιδιαίτερη κινητικότητα στην αγορά, π.χ. από στελέχη νεοφυών εταιρειών και εταιρειών υψηλής τεχνολογίας.
Πολλοί εξ αυτών πωλούν τις μετοχές τους ή εισπράττουν κάποιο παχυλό μπόνους για επίτευξη στόχων και σπεύδουν να επενδύσουν τα ποσά αυτά στην αγορά ακινήτων. Μάλιστα, αυτό ισχύει ακόμα πιο πολύ αν έχουν κάποια σύνδεση με την Ελλάδα, με την πρώτη τους στάση να είναι συνήθως το παραλιακό μέτωπο της Αττικής».
Σύμφωνα με τον κ. Θεοδωρίδη, το «στόρι της Αθηναϊκής Ριβιέρας» έχει γίνει ευρύτερα γνωστό στο εξωτερικό τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα πολλοί ξένοι να επιθυμούν να αποκτήσουν το δικό τους μερίδιο στην ανερχόμενη ζώνη της παραλίας.
Ένας ακόμα σημαντικός λόγος είναι ότι η επιλογή της Αθήνας θεωρείται, ιδίως για τους ξένους, μια ιδιαίτερα ελκυστική προοπτική, αν συγκριθεί το κόστος με άλλους ευρωπαϊκούς προορισμούς. «Ένα ακίνητο σε αντίστοιχη τοποθεσία στο εξωτερικό στοιχίζει περί τις 30.000 ευρώ/τ.μ., σχεδόν τρεις φορές περισσότερο από την Ελλάδα, όπου οι νέες κατασκευές είναι πολυτελέστερες σε σχέση με εκείνες του εξωτερικού», τονίζει ο κ. Θεοδωρίδης.
Εκτός από την αγορά διαμερισμάτων και μεζονετών από ιδιώτες, το τελευταίο διάστημα έχει αρχίσει να καταγράφεται και έντονη κατασκευαστική δραστηριότητα είτε από Έλληνες είτε από ξένους επενδυτές.
Για παράδειγμα, Αιγύπτιος επενδυτής ακινήτων έχει προχωρήσει στην ανέγερση δεκάδων διαμερισμάτων στην περιοχή της Βούλας, της Γλυφάδας και της Βουλιαγμένης, προχωρώντας σε πωλήσεις, κυρίως σε εύπορους ομοεθνείς του, που ενδιαφέρονται και για την εξασφάλιση της Χρυσής Βίζας.
Αντίστοιχα, πληροφορίες αναφέρουν ότι πριν από μερικές εβδομάδες Έλληνας επενδυτής αγόρασε έκταση 4,2 στρεμμάτων στο Λαγονήσι, όπου στο παρελθόν στεγαζόταν η ταβέρνα «Παλιό Μουράγιο». Πρόκειται για μια παραθαλάσσια έκταση, η οποία στοίχισε περί τα 2 εκατ. ευρώ. Στο σημείο πρόκειται να κατασκευαστεί πολυτελές συγκρότημα κατοικιών.
Ανάλογες προθέσεις έχουν εκφράσει και άλλοι επενδυτές, ιδιαίτερα από τη Μέση Ανατολή αλλά και την Τουρκία, οι οποίοι αναζητούν κατάλληλα ακίνητα για την ανέγερση νέων οικοδομών, τις οποίες σχεδιάζουν να πωλήσουν τόσο σε συμπατριώτες τους όσο και σε Έλληνες αγοραστές. Οι τελευταίοι πάντως φαίνεται να προτιμούν προς το παρόν τις αναπτύξεις που σχεδιάζονται στην έκταση του πρώην αεροδρομίου στο Ελληνικό.
Σε κάθε περίπτωση, όσοι επενδύουν στο παραλιακό μέτωπο της Αττικής, είτε πρόκειται για ιδιώτες είτε για εταιρείες που σχεδιάζουν νέες αναπτύξεις κατοικιών, το πράττουν λόγω της γενικότερης αντίληψης που έχει επικρατήσει ότι οι τιμές στην περιοχή πρόκειται να συνεχίσουν να κινούνται ανοδικά και τα επόμενα χρόνια.
Αυτό υποστηρίζει τόσο ο κ. Θεοδωρίδης όσο και ο κ. Ρίζος. «Είμαστε στο ξεκίνημα αυτής της τάσης, δηλαδή της αναζήτησης πολυτελών κατοικιών στην Ελλάδα από ξένους αγοραστές. Μόλις ξεκινήσουν οι ανεγέρσεις των πρώτων κτιρίων στο Ελληνικό, οι τιμές θα αυξηθούν κι άλλο και στις γύρω περιοχές των νοτίων προαστίων», σημειώνει ο κ. Ρίζος.
Για παράδειγμα, προς το παρόν δεν έχει ακόμα αποτυπωθεί στην αγορά το αγοραστικό ενδιαφέρον από συνταξιούχους των χωρών της Β. Ευρώπης, για τους οποίους υπάρχει συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση που προσφέρει σημαντικά φορολογικά κίνητρα για την έλευσή τους στην Ελλάδα. Η ρύθμιση προβλέπει ότι όποιος συνταξιούχος πολίτης ξένης χώρας επιλέξει να μεταφέρει στην Ελλάδα τη φορολογική του έδρα, θα πληρώνει φόρο εισοδήματος με πολύ χαμηλό συντελεστή 7% του ύψους της σύνταξης.
Ο συντελεστής αυτός θα ισχύσει για δέκα χρόνια. Εκτός από την ανάγκη ύπαρξης συμφωνίας αποφυγής διπλής φορολόγησης μεταξύ της Ελλάδας και της χώρας όπου εκδίδεται και καταβάλλεται η σύνταξη, προϋπόθεση είναι ο συνταξιούχος να διαμένει στην Ελλάδα για τουλάχιστον 183 ημέρες.
Οι πρώτες 200 αιτήσεις έχουν ήδη υποβληθεί και στην αγορά ακινήτων αναμένουν σημαντική αύξηση του ενδιαφέροντος τα επόμενα χρόνια, καθώς μεσολάβησε και η πανδημία, η οποία, εκ των πραγμάτων, ανέβαλε τη λήψη αποφάσεων για πολλούς. Με δεδομένο ότι οι άνθρωποι που θα ενδιαφέρονταν να μεταφέρουν στην Ελλάδα τη φορολογική τους έδρα είναι κυρίως μεσαίων και υψηλών εισοδημάτων, και επίσης θα χρειαστούν κάποια κατοικία για να μείνουν (αν δεν έχουν ήδη), η ρύθμιση αυτή κρίνεται ως ιδιαίτερα σημαντική για την αγορά ακινήτων.
Σύμφωνα μάλιστα με σχετική μελέτη, που πραγματοποιήθηκε από το Ινστιτούτο Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής, σε συνεργασία με τη διαΝΕΟσις, το ετήσιο όφελος στο ΑΕΠ προσδιορίζεται σε περίπου 5 δισ. ευρώ, ενώ προβλέπεται και η δημιουργία 60.000 νέων θέσεων εργασίας κάθε χρόνο.
Πηγή: Capital.gr