Όσοι διαθέτουν ρευστότητα αξιολογούν τη συμμετοχή τους σε κάποιον δημόσιο ηλεκτρονικό πλειοδοτικό διαγωνισμό, καθώς οι πλειστηριασμοί, μετά από μια παύση εξαιτίας της κρίσης της πανδημίας, βρίσκονται σε πλήρη επανεκκίνηση. Παρόλα αυτά, οι εκποιήσεις μπορεί να κρύβουν και κάποιους κινδύνους…

«Οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί μπορεί να κρύβουν παγίδες. Ο υποψήφιος αγοραστής δεν διαθέτει τη δυνατότητα να επισκεφθεί το ακίνητο, το οποίο, σε πολλές περιπτώσεις, είναι σε κακή ή ιδιαίτερα κακή κατάσταση, απαιτώντας σημαντικές δαπάνες για εργασίες ανακαίνισης», όπως αναφέρει  στο Capital.gr ο διευθύνων σύμβουλος της Athanasiou Real Estate Services, Μιχάλης Αθανασίου.

Μάλιστα, τα σπίτια που βγαίνουν στο σφυρί πολύ συχνά εμφανίζουν σημαντικές πολεοδομικές παραβάσεις, οι οποίες απαιτούν τη νομιμοποίησή τους, διαδικασία αρκετά κοστοβόρα.

«Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι με τη λήξη της προθεσμίας υπαγωγής στις 30 Σεπτεμβρίου σημαντικός αριθμός ακινήτων δεν θα μπορεί να νομιμοποιηθεί» τονίζει ο κ. Αθανασίου.

Δεν λείπουν ακόμη οι περιπτώσεις όπου ορισμένες πολεοδομικές παραβάσεις δεν τακτοποιούνται, όπως η καταπάτηση  κοινόχρηστου χώρου, με αποτέλεσμα ο ιδιοκτήτης να μην έχει τη δυνατότητά μεταβίβασης του προβληματικού ακινήτου.

Η μισθωτική σχέση συνεχίζει  να ισχύει σε μία κατοικία που αγοράζει κάποιος μέσω αναγκαστικού πλειστηριασμού. Αντίθετα, στα επαγγελματικά ακίνητα για ορισμένες κατηγορίες επιτηδευματιών αυτό δεν ισχύει.

Έτσι, λοιπόν, προς αποφυγή των παγίδων, απαιτείται να πραγματοποιείται πάντοτε νομικός έλεγχος διότι ο πλειστηριασμός εγκυμονεί πολλούς  κινδύνους, όπως η διαδικασία της ανακοπής, που μπορεί να διαρκέσει ως και 10 χρόνια.

Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις όπου οι υποψήφιοι υπερθεματιστές χάνουν την εγγυητική επιστολή διότι λόγω απειρίας ή πίεσης χρόνου, κατά τη διαδικασία προσθέτουν εσφαλμένα ένα μηδέν παραπάνω (π.χ. 900.000 ευρώ έναντι 90 χιλ.).

«Οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να αγοράζουν μόνο ευκαιρίες και να γνωρίζουν την αγοραία αξία του ακινήτου», καταλήγει ο κ. Αθανασίου.

Πηγή: Capital